Εκπαιδευτικό σύστημα - Ανθρωπιά: 1-0

Αχ, αχ, Πανελλήνιες, σουίτ λαβ.

Αυτό το post διαβάζεται καλύτερα αν ακούσεις πρώτα αυτό: 


Σε πραγματικό χρόνο, πάνε δύο χρόνια από τότε που έδινα εγώ Πανελλήνιες, που έτρεμα πάνω από το κείμενο της Αρβελέρ, που έπαθα κρίση πανικού τη νύχτα πριν δώσω Ιστορία Κατεύθυνσης και κρίση άγχους πάνω από τις γραμμές του υπέροχου λαδογκρί τετραδίου, με αποτέλεσμα ένα αλησμόνητο 12.2 και το φιλόλογο του σχολείου μου να απορεί "τι πήγε στραβά, βρε Μαράκι;". Δύο χρόνια από τη μέρα που πήγα να δώσω Λογοτεχνία Κατεύθυνσης με τρία depon γιατί ο πυρετός μου ήταν κάπου στο 38.7, δύο χρόνια από τη μέρα που βγήκα για τελευταία φορά από εκείνη την αίθουσα και έριξα μία τεράστια μούντζα (μούντζα, το εννοώ!) στο σχολείο, στους επιτηρητές, τους βαθμολογητές, τους καθηγητές, στα έξι μαθήματα και στα άλλα, που είχα ξεγραμμένα τρία χρόνια για χάρη του "μέλλοντός μου", στα απαίσια λαδογκρι τετράδια, στα μαύρα αυτοκόλλητα, στις Πανελλαδικές.
Όλα αυτά σε πραγματικό χρόνο. Γιατί μέσα μου, μοιάζουν να έχουν συμβεί μισή αιωνιότητα πριν. Ίσως και να μη συνέβησαν ποτέ, παρά μόνο σε κάποιο άσχημο όνειρο που τώρα, ξύπνια πια, δεν μπορώ να το ανακαλέσω, παρά σε ένα θολό πλαίσιο με αδρές γραμμές. Νομίζω πως είναι εκείνη η άμυνα του οργανισμού που αν δε διαγράφει ολοκληρωτικά τις άσχημες εμπειρίες από τη μνήμη, τουλάχιστον τις θάβει κάπου πολύ βαθιά.

Έμαθα ότι φέτος το θέμα της Έκθεσης αφορούσε την ανθρωπιά και την έλλειψή της. Έμαθα, επίσης, πως ένα παιδί αυτοκτόνησε, χθες το πρωί, πηγαίνοντας στο σχολείο που θα έδινε εξετάσεις. 
Δύο λέξεις έρχονται στο μυαλό μου για το συνδυασμό αυτών των δύο: η πρώτη είναι "τραγική", η δεύτερη "ειρωνεία". Ναι! Τραγική ειρωνεία να γράφονται εκθέσεις για την "ανθρωπιά" στα πλαίσια ενός σάπιου εκπαιδευτικού συστήματος, μία σάπιας κοινωνίας. 
Να δίνεις περιουσίες σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα, τη στιγμή που δεν έχεις να πληρώσεις το νοίκι σου είναι ανθρωπιά. Να πιέζεσαι, να τρελαίνεσαι, να σε κάνουν να πιστεύεις ότι η αξία σου ως άνθρωπος και ως προσωπικότητα είναι έξι βαθμοί, είναι ανθρωπιά. Να διδάσκεσαι ιστορία για την "καλή πατρίδα" και τους κακούς ξένους, είναι ανθρωπιά. Να λιποθυμούν παιδιά μέσα σε σχολεία από πείνα, είναι ανθρωπιά. Να καταδικάζονται αριστούχοι, να μην επιτρέπεται να σηκώσουν τη σημαία στις επετειακές παρελάσεις γιατί... δεν είναι Έλληνες, είναι ανθρωπιά. Να περιθωριοποιούνται μαθητές που "δεν τα παίρνουν", είναι ανθρωπιά. Να μην δικαιούσαι να σπουδάσεις γιατί η σχολή που πέρασες είναι μακριά από τη μόνιμη κατοικία και τα χρήματα δεν φθάνουν, είναι ανθρωπιά. Να "στρατολογείς" τους εκπαιδευτικούς, απαγορεύοντας τις νόμιμα κατοχυρωμένες απεργίες είναι ανθρωπιά. Να ορίζεις τεράστιες εξεταστέες ύλες, είναι ανθρωπιά. Να αυτοκτονούν παιδιά, υπό το άγχος και την πίεση που εσύ φόρτωσες στις πλάτες τους, είναι ανθρωπιά.

Για ποια ανθρωπιά μιλάμε; Για ποια δικαιώματα; Για ποια αλληλοβοήθεια; Πότε διδάχθηκαν αυτά και σε ποιες σχολικές αίθουσες; Ποια βιβλία μιλάνε για αρετές και ποιοι δάσκαλοι έγιναν παράδειγμα με τις πράξεις τους; 
Ναι. Ανθρωπιά δεν υπάρχει. Και δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς παιδεία. Χωρίς πτυχία, χωρίς μόρφωση, χωρίς εξειδίκευση, μπορεί. Χωρίς παιδεία όχι. 
Ας μείνουμε λοιπόν να κάνουμε λόγο για μία έννοια που είναι άγνωστη και στο κάτω κάτω ανούσια για πολλούς· ούτως ή άλλως πρόκειται απλά για ένα ακόμη θέμα εξέτασης. Οι βαθμολογητές θα κάνουν τη δουλειά τους, τα πράγματα θα πάρουν το δρόμο τους. Τα παιδιά θα περάσουν στις σχολές, ή και όχι. Θα σπουδάσουν, ή και όχι. Θα βγουν στην αγορά εργασίας, (ή και) όχι! Τα όσα τους πρόσφερε δώδεκα ολόκληρα χρόνια το σχολείο, είναι άλλωστε αρκετά. Έμαθαν να αγαπούν, να σέβονται και να προσφέρουν. Ή και όχι. Όπως όλοι μας. 

Κάθε επιτυχία, από εδώ και το εξής. 
Εμένα με περιμένει μία εξεταστική και πολύ διάβασμα. Άλλωστε εγώ τα κατάφερα, σφύζω από υπερηφάνεια που κατάφερα να αντεπεξέλθω και να ανήκω στους επιτυχόντες (και τους επιζήσαντες) της γενιάς μου· και που τη μέρα που έδωσα και το τελευταίο μάθημα, γυρίζοντας σπίτι, ο γείτονάς μου, κατά τα άλλα αμόρφωτος και με ένα επάγγελμα "ταπεινό", χωρίς να έχει σπουδάσει, χωρίς καν να έχει τελειώσει το σχολείο, με ένα ζεστό χαμόγελο μου είπε την αλήθεια: "είσαι και επίσημα υποψήφια άνεργη;". 
Μ.

Εμείς κι ο κόσμος

Πόσες φορές έχεις σκεφθεί ότι οι άνθρωποι που συναντάς καθημερινά είναι κάτι περισσότερο από τυχαίοι περαστικοί;

Αυτό το post διαβάζεται καλύτερα αν ακούς αυτό:

Πόσους ανθρώπους γνώρισες σήμερα; Χθες; Την τελευταία εβδομάδα ή μέσα σε δύο χρόνια. Με πόσους ανθρώπους συστήθηκες και αντάλλαξες βιαστικές χειραψίες ή μακροσκελής συζητήσεις; Με πόσους αντάλλαξες νευρικά βλέμματα ή αμήχανες παύσεις;

Αυτή η μαγεία της πρώτης γνωριμίας. Μπορεί να συμπαθήσεις ή να αντιπαθήσεις το πρόσωπο που βρίσκεται απένατί σου, του οποίου το όνομα μόλις άκουσες· και μόλις ξέχασες. Μπορεί να σου περάσει αδιάφορος. Να θελήσεις να παρουσιάσεις τον εαυτό σου γοητευτικό και ενδιαφέροντα. Ή ίσως να δείξεις κατευθείαν ό,τι υπάρχει μέσα σου. Μπορεί να σχολιάσεις την εμφάνιση, το ντύσιμο, τα κιλά, τα μάτια του. Μπορεί να προσπαθήσεις να σκεφθείς κάτι έξυπνο, να πεις κάτι πνευματώδες για να χαλαρώσεις την ατμόσφαιρα. Ή μπορεί να λουφάξεις στη γωνία σου και να διστάσεις να μιλήσεις. Μπορεί να τον φιλήσεις χωρίς να δώσεις σημασία. Μπορεί, μπορεί, μπορεί. 
Λίγες ώρες, λίγες μέρες ή λίγο καιρό αργότερα, αυτός ο άγνωστος ίσως είναι ο καλύτερός σου φίλος, ο σύντροφός σου, ένα από τα μέλη της μη-βιολογικής σου οικογένειας.

Με εξαίρεση ελάχιστους παιδικούς μου φίλους, που η γνωριμία μας πάει αρκετά πίσω στο χωροχρόνο, όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι που -καλώς ή κακώς- αποτελούν κομμάτι της ζωής μου ήρθαν σε αυτήν κάπως έτσι. Το τελευταίο πράγμα που σκεφτόμουν, ή μάλλον εκείνο που σίγουρα δε σκεφτόμουν, ανάμεσα στην προσπάθεια να θυμηθώ το όνομά τους, να φανώ φιλική, να προσπαθήσω να καταλάβω αν πρόκειται να τους συμπαθήσω, να καταλάβω τι σκέφτονται για εμένα μετά τη πρώτη ματιά, ήταν ότι αυτοί οι άνθρωποι ήρθαν για να μείνουν. Μπήκαν, απρόσκλητοι ή μη, για να γίνουν φίλοι μου, για να τους ερωτευτώ, να τους γνωρίσω, να τους αγαπήσω, να τους αφήσω να δουν τι ψυχή μου και να κλέψω κάτι δικό τους. 

Θα μιλήσεις, θα ανταλλάξεις αριθμούς, θα κανονίσεις έναν καφέ ή ένα ποτό. Κι ύστερα άλλο ένα κι άλλο ένα. Και κάπου εκεί, χωρίς να έχεις καταλάβει πώς και γιατί και από πού κι ως πού, θα συνειδητοποιήσεις ότι έχεις αρχίσει να γίνεσαι "παρέα", έχεις αρχίσει να γίνεσαι "εμείς". Έχεις δώσει ένα κομμάτι της σκέψης σου, του κορμιού σου, των στιγμών σου, της καθημερινότητάς σου σε κάποιον. Σε κάποιον ξένο, σε κάποιον που τυχαία συνάντησες.

Έτσι είναι. Συναντάς ανθρώπους στο δρόμο, στο χώρο της δουλειάς σου, στο μετρό, πίνοντας ένα ζεστό καφέ με την παρέα σου, χορεύοντας στο live της αγαπημένης σου μπάντας, περιμένοντας στα σκαλιά για εκείνο το ραντεβού που άργησε. 

Μην αφήνεις τους περαστικούς να χάνονται. Έτσι κι αλλιώς κάποια στιγμή θα φύγουν. Αλλά όχι να χάνονται ανώνυμα από φόβο ή αδιαφορία.
M.

Οι τρελές ιδέες, εμείς και ο κόσμος.

Όχι άλλη σκέψη. Απόφαση. Πράξη. Μία τρελή πράξη εδώ και τώρα.

Αυτό το post πρέπει να το διαβάσεις ακούγοντας το απόλυτο cover:
Πριν μερικούς μήνες γνώρισα δύο ολωσδιόλου και αδιαπραγμάτευτα τρελούς τύπους, που είχαν αποφασίσει να κάνουν το γύρω του κόσμου σε 365 μέρες. 
Δεν πρόκειται για φαντασία, για sequel διηγήματος του Jules Verne, ούτε για -καθυστερημένο- πρωταπριλιάτικο αστείο. Αυτοί οι δύο τύποι, είχαν αποφασίσει να πραγματοποιήσουν την πιο φανταστική, την πιο ονειρική, την πιο απίστευτη ιδέα: να διασχίσουν κάθε εκατοστό αυτής της γης.
Το σχέδιο ήταν απλό: όλα θα ξεκινούσαν από την Γαλλία· και θα τελείωναν εκεί ακριβώς έναν χρόνο μετά. Με αποσκευές που θα συνοψίζονταν σε ένα και μόνο σακίδιο -μπλε του ενός, κόκκινο του άλλου- και budget που δεν θα ξεπερνούσε τα 5 ευρώ ημερησίως. Κανένα μεταφορικό μέσο, ούτε προγραμματισμένος τόπος διαμονής. Μονάχα ένας χάρτης και μία φωτογραφική μηχανή.
Στόχος τους να γνωρίσουν ανθρώπους και μέρη, να γνωρίσουν τους εαυτούς τους κάτω από πρωτόγνωρες συνθήκες, να χτίσουν δεσμούς και αναμνήσεις· να δουν, να γευτούν, να ζήσουν.

Πόσοι είναι οι άνθρωποι που, έστω και για μία τόση δα στιγμή στη ζωή τους, θέλησαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο; Πόσοι είναι εκείνοι που ονειρεύτηκαν κάτι τρελό, κάτι που όλοι θεωρούσαν ακατόρθωτο; Πόσοι είναι εκείνοι που κυνήγησαν ένα ουράνιο τόξο; Πόσοι θέλησαν να βγουν από τη βολή τους, να ρισκάρουν την τάξη και την ασφάλεια για κάτι που ίσως να 'ναι πασπαλισμένο με χρυσόσκονη; Πόσοι θυσίασαν τον ρεαλισμό στο βωμό της μαγείας τους;

Οι τρελές ιδέες όχι απλώς υπάρχουν, αλλά έχουν την τάση να αναγεννιούνται από τις στάχτες τους την κατάλληλη στιγμή, τη στιγμή που τις έχουμε περισσότερο ανάγκη· ανάγκη για να μας πάρουν μακριά ή να μας δείξουν το δρόμο, να μας βοηθήσουν να ξεχάσουμε ή να μας θυμίσουν όσα δεν θα έπρεπε ποτέ να θαφτούν στα βάθη της μνήμης, να μας νανουρίσουν γλυκά ή να μας υπενθυμίσουν την ώρα της δράσης. Τρελές ιδέες. Πάντα θα υπάρχουν. Το μόνο που χρειάζεται είναι να διαλέξουμε ο καθ' ένας τη δική του. 

Εγώ έχω βρει τις δικές μου. Εκείνες που είναι πασπαλισμένες με τόση χρυσόσκονη ώστε μπορώ να είμαι σίγουρη ότι θα κάνουν τη ζωή μου πιο λαμπερή, έστω κι αν αυτή η λάμψη δεν κρατήσει παρά για μερικές στιγμές. Εκείνες που κάνουν να φυτρώνουν φτερά στις πλάτες μου. Εκείνες που δεν θα με πείραζε και πολύ ακόμη κι αν με σκότωναν. Γιατί θα άξιζε. 
Εγώ έχω βρει τις τρελές μου ιδέες. Εσύ;
Μ.